logoweb3

Οι κυριότερες παθήσεις των ματιών στην παιδική ηλικία: Στραβισμός…

Ο Στραβισμός είναι μια από τις συχνότερες οφθαλμολογικές παθήσεις αφού σύμφωνα με διάφορες μελέτες ανέρχεται σε ποσοστό 3-4% των παιδιών της προσχολικής ηλικίας. Με τη λέξη «Στραβισμός» εννοούμε την κατάσταση εκείνη κατά την οποία τα δύο μάτια δεν κοιτάνε ταυτόχρονα στο αντικείμενο προσήλωσης, αλλά το ένα μόνο προσηλώνει ενώ το άλλο κοιτάζει σε ένα άλλο σημείο του χώρου. Το γεγονός ότι κάθε μάτι βλέπει διαφορετική εικόνα έχει σαν αποτέλεσμα να δημιουργείται σύγχυση στον τελικό παραλήπτη της εικόνας, στον εγκέφαλο αλλά και διπλή όραση στο παιδί (διπλωπία).

Έτσι, λοιπόν, στα παιδιά με στραβισμό, αρχικά τουλάχιστον, υπάρχουν τα φαινόμενα της σύγχυσης και της διπλής όρασης (διπλωπία). Όμως η πλαστικότητα του παιδικού εγκεφάλου δίνει την ικανότητα στο παιδί να σβήνει την εικόνα του ματιού που στραβίζει μέσω μιας εγκεφαλικής λειτουργίας που ονομάζεται επιστημονικά «απώθηση». Έτσι, το παιδί απαλλάσσεται τόσο από τη σύγχυση όσο και από τη διπλή όραση (διπλωπία) σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα.  Η συνεχής αυτή «απώθηση» της εικόνας του ματιού που στραβίζει, είναι δυνατόν να οδηγήσει σε αυτό που και σε προηγούμενο άρθρο μας ονομάσαμε τεμπέλικο μάτι ή αμβλυωπία.

Εάν αυτό συμβεί τότε ο οφθαλμίατρος είναι υποχρεωμένος να κάνει πρωτίστως θεραπεία του τεμπέλικου ματιού (αμβλυωπίας) πριν από οποιαδήποτε άλλη θεραπευτική παρέμβαση για τον Στραβισμό.

Αντίθετα, στους ενήλικες ο εγκέφαλος έχει χάσει σε μεγάλο βαθμό την ικανότητα της «απώθησης» της εικόνας του ματιών στον στραβισμό με αποτέλεσμα τα ενοχλητικά φαινόμενα της σύγχυσης και της διπλής δράσης (διπλωπία) να παραμένουν.

Ο Στραβισμός σαν πάθηση εμφανίζει εξαιρετική ποικιλομορφία γεγονός που σε αρκετές περιπτώσεις δυσκολεύει τη διάγνωση και τη θεραπευτική αντιμετώπιση απαιτώντας συνεχή εκπαίδευση και πολυετή εμπειρία από τον ειδικό Παιδοοφθαλμίατρο. Πολλές φορές οι γονείς με ρωτάνε: «μα γιατί γιατρέ δεν χειρουργείτε το παιδί  μου και του δίνετε μόνο γυαλιά;». «Μα γιατί η κάθε μορφή στραβισμού έχει και την δική της θεραπεία» είναι η απάντησή μου. Πράγματι υπάρχουν Στραβισμοί που είναι φανεροί όλες τις ώρες και ονομάζονται «έκδηλοι στραβισμοί», όπως υπάρχουν και εκείνοι που φαίνονται κάποιες ώρες ή κάποιες ημέρες μόνο και τότε μιλάμε για «διαλείποντες στραβισμούς».

Πριν αναφερθούμε λεπτομερέστερα στις διάφορες μορφές του Στραβισμού θα μιλήσουμε για μια κλινική εικόνα που ονομάζουμε ψευδοστραβισμό, η οποία όμως οδηγεί πολλούς γονείς και τα παιδιά τους στον οφθαλμίατρο. Πρόκειται για μια ψευδή εντύπωση ύπαρξης Στραβισμού που είναι δυνατόν να οφείλεται σε διάφορα αίτια, κυρίως όμως σε συγγενείς διαταραχές του σχήματος των βλεφάρων.

Επειδή όμως η διάκριση μεταξύ πραγματικού στραβισμού και ψευδοστραβισμού είναι δύσκολη ή επειδή αυτές οι δύο καταστάσεις μπορεί να συνυπάρχουν, απαιτείται από τον οφθαλμίατρο πολλές φορές εξαιρετική εμπειρία.

Εφόσον η διάγνωση του ψευδοστραβισμού επιβεβαιωθεί θα πρέπει να καθησυχάσουμε τους γονείς και να τους πούμε ότι αυτή η εικόνα θα βελτιωθεί καθώς το παιδί μεγαλώνει και τα οστά του προσώπου αλλάζουν.

Οι συχνότερες μορφές πραγματικού στραβισμού στην παιδική ηλικία είναι δύο: (1) ο συγκλίνων στραβισμός, κατά τον οποίο ενώ το ένα μάτι κοιτάζει (προσηλώνει) σε ένα στόχο, το άλλο μάτι συγκλίνει, δηλαδή κοιτάζει προς τη μύτη, και (2) ο αποκλίνων στραβισμός, όπου το ένα μάτι κοιτάζει σε ένα στόχο και το άλλο μάτι αποκλίνει, δηλαδή κοιτάζει προς το σύστοιχο αυτί.

Οι περισσότεροι παιδικοί στραβισμοί είναι συγκλίνοντες, διακρίνονται δε σε δύο μεγάλες κατηγορίες:

(α) Συγγενείς συγκλίνοντες στραβισμοί

Εμφανίζονται στο 1-2% των παιδιών και μάλιστα είναι φανεροί από το πρώτο εξάμηνο της ζωής. Αν και η αιτία δεν είναι γνωστή, θεωρείται ότι υπάρχει αδυναμία του εγκεφάλου να συντονίσει τη θέση και τις κινήσεις των ματιών. Κύριο χαρακτηριστικό αυτών των παιδιών είναι ότι παρουσιάζουν πολύ έντονο στραβισμό. Οι συγγενείς συγκλίνοντες στραβισμοί χρειάζονται χειρουργική θεραπεία. Ωστόσο, πριν από τη χειρουργική επέμβαση πρέπει να διορθωθεί κάθε σημαντική διαθλαστική ανωμαλία με γυαλιά και να γίνει θεραπεία του τεμπέλικου ματιού (αμβλυωπίας) εάν αυτό πραγματικά υπάρχει.

Η χειρουργική επέμβαση πρέπει να πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια των πρώτων 18 μηνών της ζωής. Δεν αποσκοπεί μόνο στη βελτίωση της εμφάνισης του παιδιού, αλλά και στη βελτίωση της διόφθαλμης όρασης, της ισορροπίας, του κινητικού ελέγχου και των δεξιοτήτων του παιδιού.

(β) Προσαρμοστικοί συγκλίνοντες στραβισμοί

Εμφανίζονται σε ηλικία από 1,5 έως 3 ετών, οπότε και το ενδιαφέρον του παιδιού για τον περιβάλλοντα κόσμο αυξάνεται. Τα παιδιά αυτά έχουν συνήθως υψηλή υπερμετρωπία με αποτέλεσμα όταν θέλουν να δουν καθαρά σε κοντινούς αλλά και μακρινούς στόχους να υπερενεργοποιούν το μηχανισμό του εστιασμού και έτσι να στραβίζουν.  Ο προσαρμοστικός συγκλίνων στραβισμός αντιμετωπίζεται με τη χρήση των κατάλληλων υπερμετρωπικών γυαλιών.

Έτσι, εάν το παιδί φοράει τα γυαλιά του, τα μάτια του είναι ίσια, όταν όμως βγάζει τα γυαλιά του τα μάτια του ξαναστραβίζουν. Αυτό είναι ένα πρόβλημα τόσο για τους γονείς όσο και για το παιδί που όσο μεγαλώνει συνειδητοποιεί την αδυναμία του αυτή. Η χρήση των φακών επαφής κατά την εφηβεία αλλά και η διαθλαστική χειρουργική για την εξάλειψη της υπερμετρωπίας σε μεγαλύτερη ηλικία βοηθούν στην αντιμετώπιση του προσαρμοστικού συγκλίνοντα στραβισμού.

Όσον αφορά τώρα τους αποκλίνοντες στραβισμούς, αυτοί στην συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων έχουν τη μορφή του διαλείποντα στραβισμού (εμφανίζονται δηλαδή κατά διαστήματα). Η έναρξή τους εντοπίζεται στην ηλικία των 1 έως 3 ετών. Οι γονείς τότε παρατηρούν ότι τα παιδιά τους στραβίζουν όταν αφαιρούνται, είναι κουρασμένα, άρρωστα ή όταν νυστάζουν. Κάποια άλλα παιδιά συνηθίζουν να κλείνουν το ένα μάτι στον ήλιο.

Οι διαλείποντες αποκλίνοντες στραβισμοί χρειάζονται στην πλειονότητά τους χειρουργική θεραπεία. Παρά το γεγονός ότι κατά διαστήματα δείχνουν τάσεις βελτίωσης, κάποια στιγμή τα παιδιά αυτά θα χρειαστεί να χειρουργηθούν. Η χειρουργική επέμβαση πρέπει να πραγματοποιείται στην ηλικία των 5 έως 6 ετών, και αφού προηγουμένως και εδώ έχει διορθωθεί με γυαλιά κάθε σημαντική διαθλαστική ανωμαλία και έχει αντιμετωπισθεί τυχόν υπάρχον τεμπέλικο μάτι (αμβλυωπία). Εξαίρεση για την ηλικία χειρουργικής διόρθωσης αποτελεί μόνο η μετάπτωση του διαλείποντα αποκλίνοντα στραβισμού σε έκδηλο αποκλίνοντα στραβισμό (φανερός όλες τις ώρες). Τότε η επέμβαση πρέπει να γίνει νωρίτερα.

Συνοψίζοντας λοιπόν πρέπει να πούμε ότι ο στραβισμός είναι μια πάθηση της παιδικής ηλικίας που είναι δυνατόν να οδηγήσει σε μεγάλου βαθμού διαταραχές της όρασης, γι’ αυτό και πρέπει πάντα να αναζητείται και από τον παιδίατρο που παρακολουθεί πολύ συχνά τα παιδιά στα πρώτα χρόνια της ζωής τους.

Δεν θα πρέπει να ξεχάσουμε και τις περιπτώσεις (λίγες ευτυχώς) των παιδιών που παρουσιάζουν στραβισμό κατά τη διάρκεια των πρώτων σχολικών χρόνων με κυρίαρχο σύμπτωμα τη διπλωπία. Τότε θα πρέπει να ανησυχήσουμε περισσότερο, διότι πιθανόν ο στραβισμός να είναι σύμπτωμα μιας πιο σοβαρής πάθησης των ματιών ή του εγκεφάλου, και να απευθυνθούμε άμεσα στον ειδικό οφθαλμίατρο.

Κλείνοντας πρέπει να πούμε ότι όλοι οι στραβισμοί αντιμετωπίζονται είτε με γυαλιά είτε με χειρουργική επέμβαση από τον ειδικό Παιδοοφθαλμίατρο. Ωστόσο, κάθε παιδί, ακόμα και μετά από μία επιτυχημένη επέμβαση πρέπει να παρακολουθείται σε τακτά χρονικά διαστήματα για να διασφαλιστεί η ομαλή ανάπτυξη της όρασής του μέχρι την ηλικία της οπτικής ωρίμανσης, δηλ. της ηλικίας των 8-10 ετών.

Ι.Α. Ασπρούδης,
Καθηγητής Οφθαλμολογίας
Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Ιωαννίνων